Την απόφαση Κομισιόν για την πυρηνική ενέργεια, σχολιάζουν στο ΚΥΠΕ Επ. Περιβάλλοντος, ΟΠΟΚ και Επιστήμονας

Η Κομισιόν παρουσίασε αρχές Φεβρουαρίου την πολυαναμενόμενη και αμφιλεγόμενη κατ` εξουσιοδότηση πράξη (delegated act) για την ταξινόμηση της πυρηνικής ενέργειας και του φυσικού αερίου ως βιώσιμων μορφών ενέργειας.

Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο των πολιτικών για αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής η Επιτροπή περιλαμβάνει υπό όρους το φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια ως δραστηριότητες, που θα μπορούν να θεωρηθούν «πράσινες επενδύσεις».

Η έγκριση μιας εξουσιοδοτημένης πράξης της Κομισιόν μπορεί να μπλοκαριστεί μόνο μέσω ειδικής πλειοψηφίας στο Συμβούλιο (τουλάχιστον 20 κράτη μέλη που να εκπροσωπούν τουλάχιστον 65% του πληθυσμού της ΕΕ) ή απόλυτης πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο.

Στόχος της ταξινομίας (taxonomy) είναι να κατευθύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις σε δραστηριότητες που είναι απαραίτητες για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας, χωρίς να καθορίζει αν μια συγκεκριμένη τεχνολογία πρέπει να αποτελεί ή όχι μέρος του ενεργειακού μίγματος (δηλαδή των πηγών παραγωγής ενέργειας).

Με αφορμή τη συζήτηση που άνοιξε, το ΚΥΠΕ συνομίλησε με την Επίτροπο Περιβάλλοντος, εκπρόσωπο της ΟΠΟΚ (Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου) και Επιστήμονα-Περιβαλλοντολόγο ζητώντας τις απόψεις τους.

Διαφαίνεται ότι η βασικότερη ανησυχία της Κυβέρνησης είναι η ορθή διαχείριση των κινδύνων σε ό,τι αφορά τη δημόσια υγεία και ασφάλεια και την προστασία του περιβάλλοντος. Η θέση της ΟΠΟΚ σαφέστατη: Η πυρηνική ενέργεια δεν αποτελεί «εναλλακτική επιλογή». Ο Δρ Κώστας Παπασταύρος, διδάκτορας στις επιστήμες περιβάλλοντος και με δεκαετίες εμπειρίας στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας από το οποίο αφυπηρέτησε πριν από μερικά χρόνια, εξηγεί ότι η χρήση της πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς, συνδέεται με υψηλό ρίσκο πρόκλησης ατυχήματος μαζικής καταστροφής.

Επίτροπος Περιβάλλοντος: Ιδιαίτερη προσοχή σε θέματα ασφάλειας

Η Επίτροπος Περιβάλλοντος Κλειώ Βασιλείου σε δηλώσεις στο ΚΥΠΕ είπε οφείλουμε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε ζητήματα που αφορούν στα επίπεδα ραδιενέργειας, τη διαχείριση αποβλήτων πυρηνικών εργοστασίων, το ζήτημα αντικατάστασης των πυρηνικών αντιδραστήρων και όλο το εύρος μηχανισμού και ασφάλειας. «Καταγράφεται ελλιπής βάση δεδομένων ως προς τη διαχείριση των επιμέρους ζητημάτων, που είναι και το απαιτούμενο για τη δημόσια υγεία, ασφάλεια και οπωσδήποτε τον επηρεασμό της φύσης», ανέφερε.

Σε ό,τι αφορά την παρουσία του πυρηνικού εργοστασίου στο Ακκουγιού τόνισε ότι οπωσδήποτε μας προβληματίζει και μας ανησυχεί και στο μέτρο των δυνατοτήτων μας ασκούμε τις πιέσεις που απαιτούνται ως προς την διασφάλιση τουλάχιστον της ορθής του λειτουργίας μέσω του Ευρωπαϊκού μηχανισμού Ελέγχου ασφάλειας.

«Ήδη μέσω Ευρωβουλευτών μας κατατίθενται οι ανησυχίες. Ενδεικτικά, σε ανάλογη ερώτηση του Λουκά Φουρλά προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η απάντηση που δόθηκε αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η αξιολόγηση από την ENSERG – The European Nuclear Safety Regulators Group -θα ολοκληρωθεί εντός του 2022 και προς αυτό ήδη τροχοδρομείται σε συνεργασία με το γραφείο του Ευρωβουλευτή νέα ερώτηση για το περιεχόμενο της αξιολόγησης», είπε η Επίτροπος.

Η κ. Βασιλείου τόνισε ότι το ζήτημα της παραγωγής ενέργειας και από άλλες μορφές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) είναι κάτι που διαχρονικά μας απασχολεί. Πρέπει, είπε, να επενδύσουμε περισσότερο και σε ζητήματα που αφορούν την έρευνα για το συγκεκριμένο θέμα, προσθέτοντας ότι η κάθε περιοχή και κάθε χώρα οφείλει να προσδιορίσει τους τρόπους, τους χώρους και τα μέσα που έχει στην διάθεση της για την εφαρμογή των ΑΠΕ, οι οποίες καλούνται να εξυπηρετήσουν την ωφέλεια παραγωγής ενέργειας με την μικρότερη δυνατή περιβαλλοντική επίπτωση, αλλά και τους δείκτες δημόσιας υγείας και ασφάλειας.

«Είναι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο που συντάσσεται με ιδιαίτερη προσοχή η νέα χωροθετική πολιτική για να διασφαλίζεται ότι η περιβαλλοντική ωφέλεια από τις ΑΠΕ δημιουργεί τη μικρότερη δυνατή επίπτωση στον φυσικό χώρο. Σε καμία περίπτωση η προσπάθεια δεν πρέπει να γίνει αυτοσκοπός, καταργώντας παράλληλα άλλες σημαντικές περιβαλλοντικές , απόλυτα ουσιώδεις αξιώσεις», ανέφερε.

Η Επίτροπος ξεκαθάρισε ότι η επισιτιστική ασφάλεια, δηλαδή το γεγονός ότι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παροχή γεωργικής γης πρέπει να μπει σε προτεραιότητα και να μείνει ανεπηρέαστη, η στρατηγική για την βιοποικιλότητα, η προσοχή μας για την υποστήριξη της Σύμβασης για το τοπίο, πρέπει να μείνουν ψηλά στην ατζέντα.

Εξήγησε ότι η Κύπρος, ως ιδιαίτερα περιορισμένος γεωγραφικός χώρος, καλείται να συγκεράσει πολλές και παράλληλες περιβαλλοντικές ανάγκες και ως εκ τούτου η στοχοθέτηση πρέπει να αφορά στην εκμετάλλευση πολλών και μικρότερων συστημάτων ΑΠΕ.

«Για παράδειγμα η ενίσχυση των κτηνοτρόφων ως προς την εκμετάλλευση των κτηνοτροφικών αποβλήτων για παραγωγή ενέργειας κατά την άποψη μου είναι προτεραιότητα, όπως προτεραιότητα είναι και η εκμετάλλευση των οικιακών αποβλήτων για τον ίδιο σκοπό», είπε η κ. Βασιλείου.

Πρόσθεσε ότι σε αυτό το πλαίσιο οφείλουμε πάντα να τονίζουμε ότι η λειτουργία των ΑΠΕ πρέπει να είναι το τελικό στάδιο στην καταγραφή των αναγκών, και ως πρώτο τίθεται ο περιορισμός στην χρήση των υφιστάμενων πόρων, η ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση και μετά να καταγράψουμε τις πραγματικές μας ανάγκες και από ΑΠΕ.

«Δεν σημαίνει δηλαδή ότι πρέπει να σπαταλούμε ανεξέλεγκτα πόρους με την ασφάλεια ότι δημιουργούμε ενέργεια από ΑΠΕ. Καμία ανθρώπινη επέμβαση στο περιβάλλον θεωρείται πανάκεια», ανέφερε.

Σε σχέση με τις επικρίσεις για τους χειρισμούς της Κυβέρνησης στη χρήση των ΑΠΕ είπε ότι η Κυβέρνηση, βάσει των διαθέσιμων εργαλείων που έχει στην διάθεση της, είναι σε διαρκή προσπάθεια εκσυγχρονισμού και προσαρμογής υποδομών αλλά και διοικητικών εργαλείων για την ενσωμάτωση των ΑΠΕ, στο ενεργειακό μας ισοζύγιο.

«Ομολογουμένως υπήρξε καθυστέρηση αλλά και λανθασμένοι χειρισμοί στον στρατηγικό σχεδιασμό του Κράτους προ 10ετίας, κλειδώνοντας την ενεργειακή στρατηγική σε συγκεκριμένα κεφάλαια ΑΠΕ, ζητήματα τα οποία εντοπίζονται, τροποποιούνται και με δυναμική διάθεση γίνεται προσπάθεια να διορθωθούν», ανέφερε.

Η κ. Βασιλείου είπε ότι το άνοιγμα της αγοράς, και η δυνατότητα αποθήκευσης της παραγόμενης ενέργειας είναι ιδιαιτέρως σημαντικά και υπενθύμισε ότι τον περασμένο Ιανουάριο το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε τρία σημαντικά νομοσχέδια που κατέθεσε η Υπουργός Ενέργειας, τα οποία αφορούν σε ενθάρρυνση της χρήσης ΑΠΕ, μείωση των εκπομπών των καυσίμων και λειτουργία του Ταμείου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΕΞΕ).

Τόνισε ότι μέσω των νομοσχεδίων, επιδιώκεται η συνεισφορά στους στόχους στο πλαίσιο της ευρύτερης πράσινης πολιτικής και μετάβασης της Κύπρου στην Πράσινη Οικονομία και την ίδια ώρα, σημαντικά σχέδια χορηγιών ανακοινώνονται, μέσω αρκετών υπηρεσιών αλλά και άλλων Υπουργείων.

«Ουδείς λέει ότι φτάσαμε στο επιδιωκόμενο, αλλά θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι πάντα, θα έχουμε πολύ περισσότερα να κάνουμε σε ένα τόσο δυναμικό και μονίμως μεταβαλλόμενο χώρο όπως αυτός της ενέργειας», είπε η Επίτροπος στο ΚΥΠΕ.

Καταστροφική απόφαση η  ενίσχυση της πυρηνικής βιομηχανίας η θέση της ΟΠΟΚ

O Πρόεδρος της ΟΠΟΚ Πέτρος Πασιάς είπε στο ΚΥΠΕ ότι η αναγέννηση της πυρηνικής ενέργειας δεν αποτελεί εναλλακτική επιλογή στο πλαίσιο της προστασίας του κλίματος και της στροφής προς τις ΑΠΕ και την ίδια ώρα η δημόσια χρηματοδότηση για την κατασκευή και λειτουργία νέων πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στην ΕΕ δεν αποτελεί πράσινη επένδυση,  αλλά αντιθέτως, η ενίσχυση της πυρηνικής βιομηχανίας συνιστά μία δυνητικά καταστροφική απόφαση για το μέλλον της ανθρωπότητας και του πλανήτη.

‘Όπως σημείωσε, η πυρηνική βιομηχανία παράγει ετησίως εκατομμύρια τόνους πυρηνικών αποβλήτων, τα οποία, επειδή είναι ραδιενεργά, είναι εξαιρετικά επικίνδυνα για το περιβάλλον, την ανθρώπινη υγεία και τη δημόσια ασφάλεια. Χρειάζονται χιλιάδες χρόνια για να καταστούν στοιχειωδώς ανενεργά και ανεξαρτήτως του τρόπου αποθήκευσης, επεξεργασίας και εναπόθεσής τους έχουν την ικανότητα να διεισδύουν και να συσσωρεύονται στο χώμα, το νερό, τον αέρα και σε κάθε ζωντανό οργανισμό.

Επιπλέον, ένας πυρηνικός σταθμός ηλεκτροπαραγωγής έχει περιορισμένη διάρκεια ζωής, η οποία ανέρχεται κατά μέσο όρο περίπου στα 25 χρόνια. Μετά τον παροπλισμό του, τόνισε, το βιομηχανικό πεδίο μεταβάλλεται σε ένα νεκροταφείο ραδιενέργειας, ενώ οι ίδιες οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις μπορούν να παρομοιαστούν μόνο με μία βραδυφλεγή πυρηνική βόμβα, έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή.

«Η καθιέρωση και διασφάλιση «επιτρεπτών ορίων ασφαλείας στη ραδιενεργή ακτινοβολία» από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας δεν στηρίζεται σε μία αυστηρά επιστημονική λογική, αλλά αντίθετα προσφέρει πρακτικές λύσεις διαχείρισης της λειτουργίας της πυρηνικής βιομηχανίας», ανέφερε.

Ο κ. Πασιάς μίλησε για έλλειψη επιστημονικών στοιχείων για τις συνέπειες της έκθεσης σε χαμηλές δόσεις ραδιενέργειας, προσθέτοντας ότι η μακροχρόνια φύση των ανίατων ασθενειών που συνδέονται με αυτήν, καθιστά την έκθεση ανθρώπων και κοινοτήτων σε οποιαδήποτε «όρια» ραδιενεργούς ακτινοβολίας, μία ανεύθυνη και ανήθικη πράξη.

Αναφέρθηκε στα μεγάλα πυρηνικά ατυχήματα (π.χ. Windscale Ηνωμένο Βασίλειο 1957, Three Mile Island ΗΠΑ 1979, Mayak και Chernobyl πρώην ΕΣΣΔ/Ρωσία 1957 και 1986, Φουκουσίμα Ιαπωνία 2011), τα οποία, όπως είπε, αποτελούν απλώς την κορυφή του παγόβουνου στην ιστορία των ατυχημάτων της πυρηνικής ενέργειας. Τόνισε ότι ο ισχυρισμός πως η σύγχρονη προηγμένη τεχνολογία εκμηδενίζει τον κίνδυνο πρόκλησης πυρηνικών ατυχημάτων είναι ανυπόστατος.

«Η επικινδυνότητα της πυρηνικής ενέργειας αυξάνεται ακόμη περισσότερο αν συνυπολογίσουμε τους δυνητικούς κινδύνους πρόκλησης ατυχημάτων, λόγω φυσικών φαινομένων (π.χ. πρόκληση ισχυρού σεισμού και φαινομένου τσουνάμι) και ανθρωπογενών δραστηριοτήτων , π.χ. ένοπλη σύρραξη, τρομοκρατικές ενέργειες, εγκληματικές δολιοφθορές, ανθρώπινο λάθος», ανέφερε.

Η ΟΠΟΚ θεωρεί ότι λόγω οικονομικών, στρατιωτικών και πολιτικών συμφερόντων, η πυρηνική βιομηχανία φημίζεται για την «απόρρητης φύσεως λειτουργία» της και συνεπακόλουθα την απόκρυψη σημαντικών πληροφοριών που αφορούν την κατασκευή και λειτουργία των εγκαταστάσεων της, τη μεταφορά και επεξεργασία των καυσίμων της, τη διαχείριση και εναπόθεση των αποβλήτων της, καθώς επίσης και τις πραγματικές αιτίες πρόκλησης σοβαρότατων ατυχημάτων και τις μακροπρόθεσμες καταστροφικές τους συνέπειες.

Ο Πρόεδρος της ΟΠΟΚ σημείωσε πως η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μία «ειρηνική δραστηριότητα» και ότι η πυρηνική βιομηχανία εξακολουθεί να βρίσκεται στην κορυφή της πυραμίδας τόσο του παγκόσμιου στρατιωτικό-βιομηχανικού συμπλέγματος, όσο και διεθνών τρομοκρατικών δράσεων.

Ανέφερε ότι οι σταθμοί πυρηνικής ενέργειας αποτελούν τα βασικά κέντρα ανάπτυξης της σχετικής τεχνογνωσίας και παροχής των πρώτων υλών για την κατασκευή πυρηνικών όπλων, είτε μέσω της διαδικασίας εμπλουτισμού του ουρανίου είτε της επανεπεξεργασίας των καυσίμων μικτών οξειδίων.

Η ΟΠΟΚ τονίζει παράλληλα ότι η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας στηρίζεται σε αστρονομικά ποσά ιδιωτικών επενδύσεων και
δημόσιων χρηματοδοτήσεων.

Ο κ. Πασιάς είπε ότι μόνο εάν υπολογιστεί το συνολικό κόστος παραγωγής της πυρηνικής ενέργειας (σχεδιασμός, ανέγερση, λειτουργία, συντήρηση και αποσυναρμολόγηση πυρηνικών αντιδραστήρων, εξόρυξη, επεξεργασία και μεταφορά πυρηνικών καυσίμων, αποθήκευση, επεξεργασία  και εναπόθεση πυρηνικών αποβλήτων, μετριασμός των δυσμενέστερων επιπτώσεων που επιφέρει η εκπομπή ραδιενεργούς ακτινοβολίας στον ανθρώπινο οργανισμό και το περιβάλλον), γίνονται αντιληπτά τα μυθικά ποσά που απαιτούνται.

«Το αποτέλεσμα της παραπάνω εξίσωσης καθιστά την πυρηνική ενέργεια ως την ακριβότερη ίσως τεχνολογία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Στηρίζεται στην απόκτηση και ανάπτυξη της σχετικής τεχνογνωσίας, του απαραίτητου εξοπλισμού και των πρώτων υλών. Αυτό συνεπάγεται την περαιτέρω οικονομική και τεχνολογική εξάρτηση των φτωχότερων αναπτυσσόμενων κρατών από τα πλουσιότερα ανεπτυγμένα κράτη», ανέφερε.

Τόνισε ακόμη ότι η πυρηνική ενέργεια δεν πρέπει να συγχέεται με τις ΑΠΕ, οι πρώτες ύλες των οποίων είναι ανεξάντλητες / ανανεώσιμες (π.χ. ηλιακή, αιολική, γεωθερμική ενέργεια) και ότι απεναντίας, τα διαθέσιμα κοιτάσματα ουρανίου, δηλαδή της αποκλειστικής πρώτης ύλης για την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας, είναι περιορισμένα και εξαντλήσιμα, όπως και τα αποθέματα των ορυκτών καυσίμων (άνθρακας/λιγνίτης, πετρέλαιο και φυσικό αέριο).

Σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι η πυρηνική ενέργεια δεν συμβάλλει σημαντικά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, όπως τα ορυκτά καύσιμα, και συνεπώς μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην προστασία του κλίματος, ο κ. Πασιάς είπε ότι δεν μπορεί να υποστηριχθεί και ότι παρά το γεγονός ότι η πυρηνική ενέργεια δεν εκπέμπει άμεσα εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η πυρηνική αλυσίδα παραγωγής είναι η πιο πολύπλοκη και μακρά διαδικασία παραγωγής ενέργειας, τότε φαίνεται να ευθύνεται για την έμμεση παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Ανέφερε επίσης ότι απαιτούνται μεγάλα χρονικά πλαίσια παράδοσης των έργων κατασκευής πυρηνικών αντιδραστήρων και οι δυνατότητες ανάπτυξης της κατάλληλης τεχνολογίας και τεχνογνωσίας για την κατασκευή και λειτουργία σταθμών είναι εξαιρετικά περιορισμένες και οι  χώρες με ανεπτυγμένα πυρηνικά προγράμματα χρειάζονται τουλάχιστον μία δεκαετία για να προβούν στον σχεδιασμό, στην ανέγερση και στη σύνδεση νέων εργοστασίων και αντιδραστήρων στο δίκτυο παραγωγής και διανομής ενέργειας που διαθέτουν.

«Τα χρονικά αυτά πλαίσια δεν μπορεί να αποτελούν μέρος των ρεαλιστικών στρατηγικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, μέσω της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050.  Η ΟΠΟΚ θεωρεί ότι μπορεί να διασφαλιστεί η ενέργεια που χρειάζεται και να προστατευτεί αποτελεσματικά το κλίμα του πλανήτη, με πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια και πολύ λιγότερα χρήματα, επενδύοντας στα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αντί στην παραγωγή πυρηνικής ενέργειας», αναφέρει.

Ο κ. Πασιάς τόνισε ακόμη ότι η ΟΠΟΚ ανέκαθεν αντιτίθετο και συνεχίζει να αντιτίθεται στην κατασκευή και λειτουργία πυρηνικού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής στο Άκκουγιου και ενώνει τη φωνή της με τα περιβαλλοντικά/οικολογικά και ειρηνιστικά/αντιπυρηνικά κινήματα της περιοχής, τα οποία απαιτούν τον τερματισμό της παραγωγής και χρήσης πυρηνικής ενέργειας στην ΕΕ, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

Σε ερώτηση για τους ενεργειακούς σχεδιασμούς της Κύπρου για το φυσικό αέριο είπε ότι είναι αντιληπτοί οι λόγοι ένταξης του φυσικού αερίου στη μακροπρόθεσμη στρατηγική για ανάπτυξη με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και κυρίως η συνεισφορά που αναμένεται να έχει στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, στο πλαίσιο της σταδιακής απεξάρτησης από άλλες πιο ρυπογόνες πηγές συμβατικών ορυκτών καυσίμων, όπως το αργό πετρέλαιο (μαζούτ).

«Ωστόσο, στο πλαίσιο της επαναξιολόγησης της σκοπιμότητας και της βιωσιμότητας του προγράμματος εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ο μακροπρόθεσμος στόχος για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και η ομαλή μετάβαση στο στόχο της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εξεταστούν όλες οι εναλλακτικές επιλογές, σταθμίζοντας όλα τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια, στο πλαίσιο των αναβαθμισμένων στόχων για τη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη ήπειρο και μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, με ορίζοντα 30 ετών (2021-2050)», ανέφερε.

Τελικά το κλιματικά ουδέτερο μέλλον, μπορεί να βασίζεται σε άλλες μορφές ΑΠΕ, ρωτάμε τον Πρόεδρο της ΟΠΟΚ.

Θεωρεί ότι όσον αφορά τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας σημαντική είναι η άμεση ενίσχυση του στόχου για παραγωγή από ΑΠΕ κατά 100% μέχρι το 2050 και ο εξηλεκτρισμός (electrification) της συντριπτικής πλειοψηφίας των τομέων της ενέργειας και των μεταφορών. Πρέπει, είπε, να προωθηθεί η πλήρης ηλεκτροκίνηση του τομέα των ιδιωτικών μεταφορών μέχρι το 2050.

Όσον αφορά την ενεργειακή αναβάθμιση των δημοσίων κτιρίων, ο κ. Πασιάς θεωρεί ότι η Κύπρος βρίσκεται ήδη πίσω από τους στόχους και υποχρεώσεις της προηγούμενης δεκαετίας και παρότι υφίσταται μία καλή στρατηγική από την Υπηρεσία Ενέργειας, δεν διατίθενται οι απαραίτητοι πόροι για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων δράσεων ανακαίνισης των κτιρίων του δημόσιου τομέα, οποίοι πλέον θα πρέπει να ενισχθούν (υποχρεωτική ανακαίνιση του 3% αντί 1.5% των κτιρίων του δημόσιου τομέα κάθε χρόνο, ώστε να δοθεί ώθηση στο κύμα ανακαίνισης κτιρίων).

Η ΟΠΟΚ θεωρεί ακόμη ότι επιβάλλεται επίσης η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης μετά το 2030, κατά 1% ετησίως σε όλους τους τομείς της ενέργειας εκτός της ηλεκτροπαραγωγής, όπως προτείνεται ήδη στο πλαίσιο της Μακροπρόθεσμης Στρατηγικής της Κύπρου για Ανάπτυξη με Χαμηλές Εκπομπές.

Αναφέρει ότι ο στόχος για την χρήση ΑΠΕ στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής είναι από τους λιγότερο φιλόδοξους μεταξύ των 27 και θεωρεί ότι οι οποιεσδήποτε δράσεις αναληφθούν στο πλαίσιο των τομεακών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (European Green Deal) για το κλίμα και την ενέργεια, καθώς και της προτεινόμενης δέσμης νομοθετικών προτάσεων της ΕΕ (“Fit For 55”), δεν πρέπει να συγκρούονται με άλλες τομεακές πολιτικές και κυρίως αυτές που αφορούν τη διατήρηση και αποκατάσταση της φύσης και της βιοποικιλότητας.

Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς συνδέεται με υψηλό ρίσκο πρόκλησης ατυχήματος μαζικής καταστροφής, λέει ο Δρ Κώστας Παπασταύρος

Ο Δρ Κώστας Παπασταύρος ο οποίος εργαζόταν για χρόνια στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας θεωρεί ότι μπορεί η λέξη «πράσινη επένδυση» να εξυπακούει τα πρόσφατα χρόνια επένδυση σε φιλοπεριβαλλοντικά έργα, αλλά στην περίπτωση της ηλεκτροπαραγωγής,  «το πράσινο» ειδικότερα εξυπακούει μειωμένες ή καθόλου ανθρακούχες εκπομπές.

Εξηγεί ότι στην κάθε μορφή παραγωγής ενέργειας συνυπολογίζεται και μια σειρά άλλων παραγόντων όπως ο κίνδυνος για την καταστροφή ενός σημαντικού περιβαλλοντικού βιότοπου/οικότοπου, ενός οικισμού, μιας γεωργικής εκμετάλλευσης, μαζικής καταστροφής από ατύχημα και άλλα.

«Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς π.χ. ηλεκτροπαραγωγή όπως την ξέρουμε εδώ και δεκαετίες με τη μέθοδο αντιδραστήρων σχάσης, μπορεί να μη συνδέεται με ανθρακούχες εκπομπές και άρα είναι «πράσινη» υπ’ αυτή την έννοια, αλλά συνδέεται με υψηλό ρίσκο πρόκλησης ατυχήματος μαζικής καταστροφής με τα παραδείγματα των ατυχημάτων Κιστίμ-Ρωσία το 1957, Three Mile Island-ΗΠΑ το 1979, Τσέρνομπιλ το 1986, Tokaimura-Ιαπωνία το 1999 και Φουκουσίμα το 2011», αναφέρει.

Ο Δρ. Παπασταύρος τονίζει ότι η βιβλιογραφία αναφέρεται και σε πολλά άλλα μικρότερης εμβέλειας ατυχήματα.

Προσθέτει ότι κατά την γνώμη του η θέση της Κομισιόν για την θεώρηση της πυρηνικής ενέργειας ως «πράσινης» πηγάζει τόσο από την παρατηρούμενη ενεργειακή κρίση της εποχής μας που έχει περιπλεχθεί και με οικονομικά, γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα, όσο και από το δυνατό πυρηνικό λόμπι των κατασκευαστών.

Σημειώνει επίσης ότι ο σταθμός στο Άκκουγιου αποτελεί εν δυνάμει σοβαρότατο κίνδυνο για την Κύπρο.

Σε σχέση με τους ενεργειακούς σχεδιασμούς της Κύπρου, θεωρεί ότι τώρα ειδικά στη χώρα μας προέχει η χρήση φυσικού αερίου και ΑΠΕ. Εξηγεί ότι ο τεχνολογικός πολιτισμός όπως έχει αναπτυχθεί μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χαρακτηρίζεται αφενός ως εξαιρετικά ενεργοβόρος και, αφετέρου, ως βασιζόμενος εξολοκλήρου στα ορυκτά καύσιμο (πετρέλαιο και συναφή) με τρισεκατομμύρια σε επενδύσεις και ανάλογες υποδομές.

Ο Δρ. Παπασταύρος εξηγεί ότι η κλιματική ουδετερότητα, όπως την εννοεί σήμερα η διεθνής επιστημονική κοινότητα, θα επιτευχθεί με μηδενικές εκπομπές ανθρακούχων ουσιών, δηλαδή με μηδενική χρήση ορυκτών καυσίμων.

«Για να επιτευχθεί αυτό έχει γίνει παραδεκτό ότι χρειαζόμαστε ένα μεταβατικό στάδιο κάποιων δεκαετιών, αλλά και με παράλληλη χρήση του φυσικού αερίου που εκ της φύσης του είναι το πιο φιλοπεριβαλλοντικό στην οικογένεια των ορυκτών καυσίμων και, επίσης, αξιοποίηση των ΑΠΕ. Θα έλεγα λοιπόν ότι η πυρηνική ενέργεια υπό μορφή χρήσης αντιδραστήρα σύντηξης, και όχι σχάσης που χρησιμοποιείται σήμερα, θα συζητηθεί ως επιλογή μετά από μια περίπου δεκαετία, όπου αναμένεται η τελειοποίηση της τεχνολογίας αυτής», αναφέρει.

Ο Δρ. Παπασταύρος σημειώνει ότι εκ των πραγμάτων, δεν υπάρχει μία και μόνο αποκλειστική πηγή ενέργειας για επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα και προσθέτει ότι ούτε ακόμη η πανάκεια στην ενεργειακή πενία της ανθρωπότητας, είναι η αξιοποίηση μόνο των ΑΠΕ.

«Το πακέτο λύσης είναι δυστυχώς πιο πολύπλοκο. Συγκεκριμένα,για να φτάσουμε στον στόχο των μηδενικών εκπομπών επιβάλλεται συνδυασμένη και από κοινού ανάπτυξη νέων «καθαρότερων» τεχνολογιών και προϊόντων με αξιοποίηση των ΑΠΕ (με συστήματα ηλιοθερμικά, αιολικά, φωτοβολταϊκά, κυματικά, υδροηλεκτρικά, γεωθερμικά, βιομάζα, απόβλητα κλπ), ειδικότερα με ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, αλλά και μέγιστη εξοικονόμησης ενέργειας. Ενδεικτικά, λέγεται ότι η εξοικονόμηση ενέργειας είναι η πιο καθαρή ενέργεια», σημειώνει.

Σε ότι αφορά τις επικρίσεις εναντίον της Κυβέρνησης για το θέμα των ΑΠΕ και το γεγονός ότι καταλήγουμε να πληρώνουμε πρόστιμα για ρύπους στην ΕΕ αντί να έχουμε σωστές πολιτικές για ΑΠΕ, ο Δρ. Παπασταύρος λέει χαρακτηριστικά ότι το πιο εύκολο πράγμα είναι η κριτική, σημειώνοντας όμως ότι κανένας δεν αμφιβάλλει ότι μπορούσαμε να τα πάμε καλύτερα.

Σημειώνει ότι υπάρχει γραφειοκρατία η οποία επεκτείνεται από τον καθορισμό ζωνών δυνατότητας ανάπτυξης των ΑΠΕ (τώρα εκπονείται η σχετική μελέτη και προκαταρκτικά φαίνεται ότι η διαθέσιη περιοχή είναι σχετικά πολύ μικρή) μέχρι τις αναγκαίες εκ της νομοθεσίας εκπόνηση και αξιολόγηση των αναγκαίων περιβαλλοντικών μελετών και έκδοση της πολεοδομικής άδειας.

«Απαιτείται κοινωνική αποδοχή, υπάρχει ανάγκη πολυετών μετρήσεων του αιολικού δυναμικού για να μπορέσει ο επενδυτής να εκπονήσει το επιχειρησιακό του σχέδιο, απαιτούνται δημοσιονομικά μέτρα, συμμετοχή των τοπικών Αρχών, του κοινωνικού συνόλου κλπ κλπ. Πέραν αυτών, δεν υπάρχει σύστημα αποθήκευσης ενέργειας από ΑΠΕ, δεν έχουν γίνει ουσιώδεις μελέτες αξιοποίησης των ΑΠΕ για παραγωγή αφαλατωμένου νερού κλπ, κπ. Συμφωνούμε ότι πολλά ακόμη πρέπει να γίνουν», καταλήγει.

(ΚΥΠΕ)

Μπορεί επίσης να σας αρέσει